Τυφλό σύστημα δακτυλογράφησης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ασδφ)
Ζώνες δακτυλογράφησης για κάθε δάκτυλο σε ένα ελληνικό πληκτρολόγιο διάταξης QWERTY. Σε κύκλο εικονίζονται τα πλήκτρα της σειράς βάσης.

Το τυφλό σύστημα δακτυλογράφησης (που ορισμένες φορές καλείται τυφλό σύστημα ή και απλώς τυφλό) είναι μια μέθοδος δακτυλογράφησης χωρίς τη χρήση της όρασης για τον εντοπισμό των πλήκτρων. Συγκεκριμένα, το άτομο που δακτυλογραφεί με τυφλό σύστημα γνωρίζει τη θέση των πλήκτρων στο πληκτρολόγιο μέσω της μυϊκής μνήμης. Το τυφλό σύστημα συνήθως προϋποθέτει την τοποθέτηση των δακτύλων των χεριών (όλων των δακτύλων εκτός από τους αντίχειρες, οι οποίοι τοποθετούνται στο πλήκτρο διαστήματος) στην ίδια σειρά πλήκτρων στο μέσο του πληκτρολογίου, την αποκαλούμενη σειρά βάσης και από εκεί την κίνησή τους για το πάτημα των υπόλοιπων πλήκτρων. Με το σύστημα αυτό μπορεί να γίνει τόσο συνηθισμένη δακτυλογράφηση όσο και δακτυλογράφηση με το ένα χέρι. Σύμφωνα με αναφορές, τη μέθοδο επινόησε το 1888 ο Φρανκ Έντουαρντ ΜακΓκάριν (Frank Edward McGurrin), ένας στενογράφος δικαστηρίου και δάσκαλος δακτυλογράφησης [1] [2] από το Σολτ Λέικ Σίτυ.

Σε ένα τυπικό πληκτρολόγιο για την ελληνική γλώσσα, τα πλήκτρα της σειράς βάσης είναι τα "ΑΣΔΦ" για το αριστερό χέρι και "ΞΚΛ´" για το δεξί. Η διάταξη αυτή λέγεται QWERTY, γιατί στο πληκτρολόγιο για την αγγλική γλώσσα, όπου αναπτύχθηκε αρχικά η διάταξη αυτή, αυτά είναι τα πρώτα έξι γράμματα της πρώτης γραμμής του πληκτρολογίου. Τα περισσότερα σύγχρονα πληκτρολόγια διαθέτουν ένα μικρό εξόγκωμα στα πλήκτρα της σειράς βάσης για τους δείκτες (τα πλήκτρα Φ και Ξ), προκειμένου να διευκολύνεται η γρήγορη εύρεση των πλήκτρων βάσης και η επαναφορά των δακτύλων σε αυτά.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μάθημα δακτυλογράφησης στα αμερικανικά Σώματα Συντήρησης Πολιτών, 1933.

Η αρχική διάταξη των πλήκτρων στις μηχανικές γραφομηχανές ήταν αλφαβητική (ΑΒΓΔΕΖΗ κ.λπ.) αλλά με αυτόν τον τρόπο οι μεταλλικοί βραχίονες της γραφομηχανής συχνά κολλούσαν καθώς χτυπούσαν ο ένας με τον άλλο, ειδικά όταν κάποιος επιχειρούσε να δακτυλογραφήσει γρήγορα. Έτσι οι κατασκευαστές γραφομηχανών άλλαξαν τη διάταξη των γραμμάτων, τοποθετώντας τα πλήκτρα που συνήθως πιέζονταν σε αλληλουχία όσο το δυνατόν μακρύτερα το ένα από το άλλο. Με αυτόν τον τρόπο, ο βραχίονας για το επόμενο γράμμα μπορούσε να σηκωθεί πριν πέσει ο βραχίονας για το προηγούμενο, κάτι που αύξανε την ταχύτητα δακτυλογράφησης.[3] Η κατανομή του φορτίου σε περισσότερα δάκτυλα αύξησε, επίσης, την ταχύτητα, καθώς για το πάτημα των πλήκτρων της γραφομηχανής απαιτούνταν σχετική προσπάθεια, σε σύγκριση με τα σύγχρονα πληκτρολόγια.

Οι υπολογισμοί για τον καθορισμό της βέλτιστης διάταξης του πληκτρολογίου βασίστηκαν στη γλώσσα για την οποία προοριζόταν το πληκτρολόγιο. Έτσι, δημιουργήθηκαν ελαφρά διαφορετικές διατάξεις για κάθε γλώσσα. Για παράδειγμα, η πρώτη σειρά του πληκτρολογίου στις αγγλόφωνες χώρες είναι η QWERTY, αλλά στις γαλλόφωνες είναι η AZERTY και στη Γερμανία καθώς και σε αρκετές χώρες της Κεντρικής Ευρώπης είναι η QWERTZ.

Στη σύγχρονη εποχή, όπου σπάνια χρησιμοποιούνται μηχανικές γραφομηχανές, η απαίτηση για την εύρυθμη λειτουργία μηχανικών τμημάτων είναι πλέον μη σχετική και έτσι μπορούν να δημιουργηθούν διατάξεις με συνδυασμό των πλήκτρων κατά βούληση, με βασικό γνώμονα την εργονομία και την ταχύτητα. Αν και έχουν αναπτυχθεί αρκετές τέτοιες διατάξεις, με πιο γνωστές από αυτές την Dvorak και την Colemak, είναι λίγο έως ελάχιστα διαδεδομένες ανάμεσα στους δακτυλογράφους.

Η πιο κοινή μέθοδος δακτυλογράφησης που χρησιμοποιείται από όσους δεν γνωρίζουν τυφλό σύστημα, είναι η "μέθοδος με τα δυο δάκτυλα", όπου χρησιμοποιούνται κυρίως οι δείκτες ή οι δείκτες και οι μέσοι, με ταυτόχρονη χρήση της όρασης για τον εντοπισμό της θέσης των πλήκτρων. Η δακτυλογράφηση με τη μέθοδο αυτή είναι πιο αργή από τη δακτυλογράφηση με τυφλό σύστημα, καθώς αντί να βασίζεται στην από μνήμης εύρεση της θέσης των πλήκτρων, ο δακτυλογράφος πρέπει να κοιτά το πληκτρολόγιο. Αν και ορισμένοι δακτυλογράφοι "των δυο δακτύλων" είναι αρκετά έμπειροι ώστε να μη χρειάζεται να κοιτούν το πληκτρολόγιο, παρ'όλα αυτά χρησιμοποιούν μικρότερο αριθμό δακτύλων σε σχέση με το τυφλό (δύο έως πέντε αντί για οκτώ), με αποτέλεσμα τα δάκτυλα να διανύουν μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ των πλήκτρων και να ελαττώνεται η ταχύτητα.

Πλεονεκτήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχική θέση των χεριών με τα δάκτυλα στα πλήκτρα βάσης

Ταχύτητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εκμάθηση του τυφλού συστήματος μπορεί να βελτιώσει δραματικά την ταχύτητα και ακρίβεια της δακτυλογράφησης. Η αποδεκτή μέση ταχύτητα δακτυλογράφησης σε επιχειρηματικά περιβάλλοντα είναι γύρω στις 40 με 50 λέξεις ανά λεπτό και είναι επιτεύξιμη μετά από σχετική τριβή με το σύστημα, αν και κάθε άτομο μαθαίνει με το δικό του ρυθμό. Οι επαγγελματίες δακτυλογράφοι (σε θέσεις γραμματειακής υποστήριξης, εισαγωγής δεδομένων κλπ.) μπορούν να επιτύχουν και να διατηρούν σταθερούς ρυθμούς άνω των 100 λέξεων ανά λεπτό.

Ελαχιστοποίηση της απόσπασης της προσοχής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν χρησιμοποιείται το τυφλό σύστημα, δεν χρειάζεται το βλέμμα να στρέφεται μεταξύ του πληκτρολογίου (το οποίο μπορεί να μη φωτίζεται αρκετά και καλύπτεται από τα δάκτυλα) και άλλων σημείων που απαιτούν προσοχή. Όταν, για παράδειγμα, γίνεται αντιγραφή ενός κειμένου, ο δακτυλογράφος μπορεί να κοιτά σταθερά το πρωτότυπο. Με αυτόν τον τρόπο αυξάνεται η παραγωγικότητα και μειώνεται ο αριθμός των λαθών.

Εκμάθηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα από τα βασικότερα βήματα -και συνήθως το αρχικό- της εκμάθησης του τυφλού συστήματος είναι η απομνημόνευση των αρχικών θέσεων των δακτύλων στη σειρά βάσης. Στην επιφάνεια των πλήκτρων Φ και Ξ συχνά υπάρχει μια μικρή προεξοχή, έτσι ώστε να μπορούν να επαναφέρονται γρήγορα και εύκολα τα δάκτυλα στα πλήκτρα βάσης, αν το χέρι χρειαστεί να απομακρυνθεί από το πληκτρολόγιο (για παράδειγμα, για να εκτελεστεί κάποια κίνηση με το ποντίκι. Η δακτυλογράφηση ξεκινά τοποθετώντας τα δάκτυλα σε αυτές και κινώντας τα από εκεί προς τα υπόλοιπα πλήκτρα. Μέσω ασκήσεων επανάληψης, οικοδομείται η μυϊκή μνήμη που επιτρέπει την άνετη κίνηση μεταξύ των θέσεων εκκίνησης και των υπόλοιπων πλήκτρων, καθώς και των ειδικών πλήκτρων (Enter, Backspace κλπ.).

Η ταχύτητα δακτυλογράφησης αυξάνεται σταδιακά και μπορεί να φτάσει πάνω από 60 λέξεις ανά λεπτό. Ο ρυθμός με τον οποίο αυξάνεται η ταχύτητα ποικίλλει από άτομο σε άτομο. Αρχικά η καταπόνηση των δακτύλων αλλά και η προσπάθεια ενδέχεται να είναι σχετικά αισθητή, ωστόσο μόλις αποκτηθεί μια σχετική εξοικείωση, η σωματική και πνευματική προσπάθεια που απαιτείται για άνετη δακτυλογράφηση είναι ελάχιστη.

Παλαιότερα η εκμάθηση γινόταν με τη χρήση διαγραμμάτων και πινάκων που απεικόνιζαν τις θέσεις των πλήκτρων και τις κινήσεις που έπρεπε να εκτελεστούν κατά την εξάσκηση. Σήμερα συνήθως χρησιμοποιούνται προγράμματα υπολογιστή που έχουν αναπτυχθεί ειδικά για την εκμάθηση του τυφλού συστήματος.

ασδφ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο συνδυασμός αυτός αντιστοιχεί στα τέσσερα δάχτυλα του αριστερού χεριού, χωρίς τον αντίχειρα, όταν αυτά βρίσκονται στην αρχική τους θέση. Δηλαδή, στο πληκτρολόγιο (τόσο σε γραφομηχανές όσο και σε υπολογιστές) τα πλήκτρα α, σ, δ και φ βρίσκονται στην 1η, 2η, 3η και 4η θέση αντίστοιχα της μεσαίας σειράς. Έτσι, πολλές φορές, χρήστες που θέλουν να πληκτρολογήσουν ένα οποιοδήποτε κείμενο, για παράδειγμα όταν έχουν γράψει ένα πρόχειρο αρχείο txt και θέλουν να το ονομάσουν με ένα οποιοδήποτε κείμενο, γράφουν ασδφ ή asdf σε λατινικούς χαρακτήρες.[4]

Η αντίστοιχη Αγγλική έκδοση του ασδφ είναι το Qwerty.[5] Το asdf δεν χρησιμοποιείται το ίδιο συχνά από κινητές συσκευές, όπως iPhone ή Android smartphone, καθώς τα touch πληκτρολόγια αλλά και η αυτόματη διόρθωση του κειμένου δεν παρακινούν το χρήστη να πληκτρολογήσει το asdf ή ακόμη και αν αυτός το κάνει, το auto-correction θα το μετατρέψει σε μια συγγενή λέξη.

ξκλ;[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αντίστοιχος συνδυασμός γραμμάτων είναι το ξκλ;, που συχνότερα συναντάται ως jkl;. Είναι τα 4 πλήκτρα που βρίσκονται τέρμα δεξιά στη μεσαία σειρά του πληκτρολογίου. Επειδή και αυτός ο συνδυασμός χρησιμοποιείται αρκετά συχνά όταν κάποιος θέλει να βάλει ένα τυχαίο κείμενο, κάποιοι ονομάζουν το ξκλ ξάδερφο του ασδφ (ή το jkl; ξάδερφο του asdf).[4]

Άλλες μέθοδοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα πληκτρολόγιο Kinesis Advantage.

Εκτός από ειδικές διατάξεις πληκτρολογίου, υπάρχουν και ορισμένα εργονομικά πληκτρολόγια, ειδικά σχεδιασμένα για δακτυλογράφηση υψηλών επιδόσεων σε τυφλό σύστημα. Παραδείγματα αποτελούν τα πληκτρολόγια τύπου Kinesis και Maltron όπου τα πλήκτρα για τα δυο χέρια είναι διαχωρισμένα, με διάταξη διαφορετική από την QWERTY και τα ειδικά πλήκτρα πολύ πιο κοντά στο χέρι από ότι στα συνηθισμένα πληκτρολόγια.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Anne Trubek (15 Αυγούστου 2011). «Out of Touch with Typing». MIT Technology Review. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Απριλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2014. 
  2. Wyckoff Seamans & Benedict (1900), The History of Touch Typewriting, New York: Guilbert Putnam, σελ. 6–10, http://www.kanji.zinbun.kyoto-u.ac.jp/~yasuoka/QWERTY/1900Wyckoff.djvu 
  3. David, Paul A. (1985), «Clio and the Economics of QWERTY», American Economic Review (American Economic Association) 75 (2): 332–337 
  4. 4,0 4,1 Trubek, Anne. «Out of Touch with Typing». MIT Technology Review (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2020. 
  5. «Λεξότυπο - Qwerty». www.lexotypo.com. Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2020.